| ||||||
Οι πολυεθνικοί όμιλοι «μεθούν» με το ούζο * Έντονη διείσδυση των ξένων στην παραγωγή ή στη διακίνηση του προϊόντος - Μάχη για τα 120 εκατ. ευρώ του τζίρου
Μάχη για τα 120 εκατ. ευρώ του ετήσιου τζίρου που πραγματοποιεί το πιο αναγνωρίσιμο ελληνικό ποτό, το ούζο, δίνουν τέσσερις μεγάλες εταιρείες παραγωγής και διακίνησης ποτών. Με το συγκεκριμένο ποτό συμβαίνει το εξής παράδοξο: αν και εξάγεται μεγαλύτερη ποσότητα σε σχέση με την εγχώρια κατανάλωση, ο τζίρος από τις εξαγωγές περιορίζεται μόνο στα 10 εκατ. ευρώ διότι τα προϊόντα εξάγονται αφορολόγητα αλλά και οι τιμές τους είναι ιδιαίτερα χαμηλές. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη χώρα μας διακινούνται περίπου 9 εκατ. φιάλες ούζου, ενώ οι εξαγωγές φτάνουν στα 11 εκατ., εκ των οποίων το 90% διοχετεύεται στην αγορά της Γερμανίας. Βεβαίως το ούζο εξάγεται και σε άλλες χώρες μεταξύ των οποίων είναι οι ΗΠΑ, η Κύπρος, το Ισραήλ, ο Καναδάς κ.ά. * Τα περιθώρια ανάπτυξης «Ο κλάδος έχει περιθώρια ανάπτυξης αν το κράτος τον προωθήσει σωστά και διαθέσει περισσότερα κεφάλαια για διαφήμιση» αναφέρει ο πρόεδρος του ΣΕΑΟΠ (Συνδέσμου Ελληνικών Αποσταγμάτων και Οινοπνευματωδών Ποτών) κ. Γ. Τσάνταλης. «Είναι χαρακτηριστικό» συνεχίζει ο κ. Τσάνταλης «ότι στις ελληνικές πρεσβείες του εξωτερικού προσφέρουν σε εκδηλώσεις και δεξιώσεις κυρίως αποστάγματα άλλων χωρών παρά το ούζο». Στην εγχώρια αγορά, σε αντίθεση με τα άλλα αλκοολούχα ποτά που εμφανίζουν πτωτική τάση λόγω της οικονομικής στενότητας που οδηγεί σε μείωση εξόδων των Ελλήνων, ο ρυθμός ανάπτυξης του ούζου θεωρείται σταθεροποιητικός. «Τα επόμενα 2-3 χρόνια», όπως προσθέτει ο κ. Τσάνταλης, «αναμένεται να συνεχισθεί η σταθεροποίηση στην αγορά του ούζου, αλλά για να υπάρξουν ανοδικές τάσεις θα πρέπει οι ίδιοι οι παραγωγοί να αναδείξουν το συγκεκριμένο ποτό και να ληφθούν μέτρα προώθησης σε σημεία που κινούνται οι νέοι έτσι ώστε να διακινηθεί το ούζο και σε πιο νεαρές ηλικίες καταναλωτών». Μεγάλος ανταγωνιστής του ούζου αποτελεί το τσίπουρο, το οποίο εμφανίζει ανοδική πορεία και «κλέβει» μερίδια αγοράς, ενώ η κατανάλωση ούζου στην Ελλάδα υπολογίζεται στο 15%-17%. * Χάνουν μερίδια οι μικροί H αγορά του ούζου εμφανίζει τάσεις συγκέντρωσης καθώς οι μικροί παραγωγοί χάνουν μερίδια τα οποία διεκδικούν και κερδίζουν οι μεγάλες εταιρείες που διαθέτουν χρήματα για την κατάλληλη προώθηση των προϊόντών τους. Επίσης ένα άλλο χαρακτηριστικό της αγοράς είναι η έντονη διείσδυση των ξένων πολυεθνικών ομίλων είτε στην παραγωγή είτε στη διακίνηση του προϊόντος. Σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας μελετών Nielsen, η οποία πραγματοποιήθηκε σε 1.650 αίθουσες σουπερμάρκετ στο επτάμηνο του 2005, το πρώτο ούζο σε πωλήσεις είναι το «Πλωμάρι» με ποσοστό 20%, ακολουθεί το «Μίνι» με ποσοστό 18%, το «Ούζο 12» με ποσοστό 13%, το «Τσάνταλης» με 7%, οι ιδιωτικές ετικέτες (private label) κατέχουν το 18%, ενώ το υπόλοιπο 24% διακινείται από πολύ μικρούς παραγωγούς. Το ούζο «Πλωμάρι» παράγεται από την εταιρεία Ισίδωρος Αρβανίτης και διακινείται από την Καρούλιας, η οποία ελέγχεται από την αγγλική Berry Brothers, το «Μίνι» παράγεται και διακινείται από τη γαλλική Pernod Ricard Hellas, η εταιρεία Αφοί N. Καλογιάννη - στην οποία συμμετέχει και η ιταλική Campari - είναι κάτοχος του σήματος του «Ούζο 12» και ελέγχεται από την ΑΜΒΥΞ AE, ενώ το ούζο «Τσάνταλης» ανήκει στην εταιρεία Ευάγγελος Τσάνταλης AE.
ΤΟΝΙΑ ΤΣΑΚΙΡΗ
|