| ||||
ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΣΕΜΙΝΑΡΙΟΥ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ
«ΤΟ ΔΙΑΖΥΓΙΟ ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΟΥ» Εισηγήτρια : Κωνσταντίνίδη Έυα
Οι γονείς που πρόκειται να χωρίσουν, συχνά, ανησυχούν για το κατά πόσο το διαζύγιο/χωρισμός θα επιβαρύνει τα παιδιά τους. Οι έρευνες δείχνουν ότι δεν είναι το διαζύγιο αυτό κάθε αυτό που μπορεί να δημιουργήσει κοινωνικοψυχολογικές δυσκολίες στα παιδιά, αλλά το πώς οι ίδιοι οι γονείς διαχειρίζονται το διαζύγιο. Αν το διαζύγιο ή ο χωρισμός οδηγήσει στην απουσία του ενός από τους δύο γονείς από την ανατροφή του παιδιού, σε οικονομική δυσπραγία του γονέα που έχει την επιμέλεια του παιδιού, και σε διαμάχες ανάμεσα στους πρώην συζύγους, τότε αυξάνονται οι πιθανότητες το παιδί να αντιμετωπίσει προβλήματα κατά την προσαρμογή του στην νέα οικογενειακή δομή αλλά και στη γενικότερη ψυχολογική του ανάπτυξη.
Οι έρευνες στα παιδιά γονέων που έχουν χωρίσει, σε σύγκριση με παιδιά που ζούν και με τους δύο γονείς, παρουσιάζουν ενδιαφέροντα ευρήματα σχετικά με το κατά πόσο το διαζύγιο επιδρά αρνητικά. Όταν οι έρευνες επικεντρώσουν στις άμεσες συνέπειες του διαζυγίου, τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι διαφορές ανάμεσα στις δύο ομάδες παιδιών είναι μικρές αλλά σημαντικές και τείνουν να μειώνονται με την πάροδο του χρόνου καθώς οι σχέσεις των γονέων εξομαλύνονται και τα παιδιά προσαρμόζονται στις νέες συνθήκες. Όταν όμως τα παιδιά αυτά που έχουν βιώσει διαζύγιο μελετούνται και κατά την ενηλικίωσή τους, φαίνεται πως ο χωρισμός των γονέων, αν δεν έχει ακολουθήσει ήπιες και συναινετικές διαδικασίες, μπορεί να αφήσει ένα σημαντικό αποτύπωμα που να επηρεάζει διάφορους τομείς της ενήλικης ζωής τους. Βραχυπρόθεσμες συνέπειες Όταν υπάρχουν δυσκολίες προσαρμογής στον χωρισμό των γονέων, τις πιο συνηθισμένες αλλαγές στην συμπεριφορά των παιδιών, την περίοδο μετά το διαζύγιο (κυρίως τα πρώτα 2 χρόνια), αποτελούν η επιθετική/ αντιδραστική συμπεριφορά (με τα αγόρια να παρουσιάζουν τέτοιου είδους συμπεριφορά για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα) και τα συμπτώματα άγχους, απομόνωσης και γενικότερης χαμηλής διάθεσης. Λόγω των παραπάνω, είναι λογικό στα παιδιά σχολικής ηλικίας να παρατηρείται και έκπτωση στις ακαδημαϊκές τους επιδόσεις. Στα παιδιά προσχολικής ηλικίας μπορεί να παρατηρηθεί επιστροφή σε προγενέστερα στάδια εξέλιξης (π.χ. το παιδί αρχίζει πάλι να βρέχεται πάνω του) καθώς και ένταση κάποιων φόβων (π.χ. για το σκοτάδι). Τα παιδιά μπορεί επίσης, να φοβούνται πιθανή εγκατάλειψη και να νομίζουν ότι οι γονείς τους χώρισαν επειδή εκείνα έκαναν κάτι κακό. Διαταραχές στον ύπνο είναι επίσης, συχνές. Μακροπρόθεσμες συνέπειες Οι ενήλικες που ως παιδιά βίωσαν ένα «δύσκολο» διαζύγιο τείνουν σε μεγαλύτερο ποσοστό σε σχέση με τους ενήλικες που δεν έχουν βιώσει ένα διαζύγιο ή έχουν βιώσει ένα «καλό» διαζύγιο να υστερούν σε μόρφωση, σε εισόδημα, να αποκτούν παιδί εκτός γάμου, και/ή ο γάμος τους να καταλήγει πιο συχνά σε διαζύγιο. Επίσης, ως ενήλικες τα παιδιά αυτά δείχνουν πιο επιφυλακτικά στις σχέσεις. Τι μπορούν να κάνουν (ή να αποφύγουν) οι γονείς για να προετοιμάσουν τα παιδιά τους και να τα βοηθήσουν να βιώσουν τον χωρισμό/ διαζύγιο όσο πιο ανώδυνα γίνεται? 1) Να μην εμπλέξουν τα παιδιά τους στις δικές τους διαφωνίες προκειμένου να μην τα κάνουν να αισθανθούν ότι θα πρέπει να επιλέξουν «στρατόπεδο». Τα παιδιά έχουν ανάγκη να εκτιμούν, να σέβονται και να αγαπούν και τους δύο γονείς. 2) Να συνειδητοποιήσουν ότι όσο έντονες και αν είναι οι διαφορές τους θα πρέπει να τις εξομαλύνουν ώστε να μπορέσουν να διατηρήσουν ικανοποιητική επικοινωνία και συνεργασία για τα θέματα των παιδιών 3) Να είναι και οι δύο παρόντες όταν ανακοινώνουν στα παιδιά τον επικείμενο χωρισμό 4) Συχνά τα παιδιά, και κυρίως τα μικρότερης ηλικίας, κατηγορούν τους εαυτούς τους για τον χωρισμό τον γονιών τους και την «διάλυση» της οικογένειας. Για παράδειγμα, μπορεί να νομίζουν ότι οι γονείς χώρισαν επειδή εκείνα δεν ήταν καλά παιδιά. Είναι λοιπόν πολύ σημαντικό οι γονείς να διαβεβαιώνουν τα παιδιά τους ότι δεν οφείλεται σε αυτά ο χωρισμός τους και ότι θα συνεχίσουν να τα αγαπούν 5) Να φροντίζουν από κοινού για τις ανάγκες των παιδιών τους με στόχο να μην αλλάξουν προς το χειρότερο οι συνθήκες διαβίωσης των παιδιών. 6) Να διασφαλίζονται οι συχνές συναντήσεις ή η επικοινωνία με τον γονέα που δεν έχει την επιμέλεια. 7) Να προσπαθήσει ο γονέας που έχει την επιμέλεια να διατηρήσει τις καθημερινές συνήθειες του παιδιού, που θα του προσφέρουν μια σταθερότητα σε μια περίοδο έντονων αλλαγών. 8) Να δείχνουν κατανόηση σε τυχόν δύσκολη συμπεριφορά των παιδιών αλλά παράλληλα να συνεχίσουν να οριοθετούν συμπεριφορές και συνήθειες των παιδιών. 9) Να μην επιφορτίσουν τα παιδιά με ευθύνες που δεν αρμόζουν στην ηλικία τους. |