| ||||||
Tην τελευταία διετία, βιολογικά προϊόντα διατίθενται σε λαϊκές αγορές, εξειδικευμένες αλυσίδες και από μεμονωμένους παραγωγούς, ενώ ο τζίρος συνολικά έφθασε τα 23 εκατ. ευρώ Στροφή στα βιολογικά για ασφάλεια Διπλασιάστηκε ο τζίρος μετά τα συνεχή διατροφικά σκάνδαλα ΔΗΜΗΤΡΑ ΣΚΟΥΦΟΥ «Ναι» στα βιολογικά προϊόντα λένε - λόγω ανασφάλειας από την «έκρηξη» των διατροφικών σκανδάλων - όλο και περισσότεροι Έλληνες καταναλωτές. Διπλασιάζοντας σχεδόν μέσα σε λίγα χρόνια τα ποσά που ξοδεύουν για την αγορά προϊόντων βιολογικών καλλιεργειών και κτηνοτροφίας, πληρώνουν σήμερα περισσότερα από 23 εκατ. ευρώ τον χρόνο. H εποχή που τα βιολογικά προϊόντα ήταν είδη πολυτελείας, απευθύνονταν μόνο σε καταναλωτές με υψηλά εισοδήματα και μπορούσε κάποιος να τα βρει μόνο σε εξειδικευμένα καταστήματα είναι παρελθόν. Την τελευταία διετία βιολογικά προϊόντα διατίθενται σε λαϊκές αγορές, εξειδικευμένες αλυσίδες και από μεμονωμένους παραγωγούς. Μάλιστα, σύμφωνα με εκτιμήσεις, το 2004 οι πωλήσεις των ειδών αυτών από αλυσίδες σούπερ μάρκετ ξεπέρασαν τα 10 εκατ. ευρώ. «Υπάρχει σημαντική στροφή του καταναλωτικού κοινού το τελευταίο διάστημα στα βιολογικά προϊόντα», λέει ο κ. Αλέξανδρος Καρλής, επικεφαλής του τομέα τυποποιημένων προϊόντων και ποτών της αλυσίδας A-B Βασιλόπουλος, και συνεχίζει: «Στην αύξηση αυτή έχουν συντελέσει δύο παράγοντες, οι πρόσφατες διατροφικές κρίσεις και το κλείσιμο της ψαλίδας ανάμεσα στις τιμές συμβατικών και βιολογικών. Μάλιστα φέτος η A-B υπολογίζει ότι θα κλείσει η χρονιά με αύξηση κατά 30% στις πωλήσεις βιολογικών προϊόντων». Όπως εκτιμούν άνθρωποι της αγοράς, μέσα σε μία πενταετία υπήρξε αύξηση της τάξης του 180% στη συνολική ελληνική αγορά βιολογικών προϊόντων και οι προβλέψεις θέλουν τον διπλασιασμό της τα επόμενα χρόνια. Συγκεκριμένα, το 2002 τα βιολογικά προϊόντα κάλυπταν μόλις το 2% του συνόλου των τροφίμων που κατανάλωναν οι Έλληνες, το 2003 το ποσοστό αυτό ανήλθε στο 4%, ενώ για το 2006 οι αισιόδοξες εκτιμήσεις θέλουν το ποσοστό να φτάνει το 10%. Όπως και να έχει, στα ράφια των καταστημάτων οι καταναλωτές μπορούν να βρουν πάνω από 3.000 κωδικούς τέτοιων προϊόντων: φρέσκα φρούτα και λαχανικά, αλλά και τυποποιημένα προϊόντα όπως ζυμαρικά, όσπρια, καλλυντικά, και χαρτικά. Οι πρόσφατες διατροφικές κρίσεις, η ενημέρωση που έχουν πλέον οι καταναλωτές και η ευαισθητοποίησή τους σε σχέση με τους κινδύνους που μπορεί να κρύβονται στο πιάτο μας συνηγορούν στο να αναζητούν οι Έλληνες όλο και περισσότερο ασφαλή, ποιοτικά προϊόντα χωρίς συντηρητικά και χημικά κατάλοιπα, ακόμα και εάν χρειάζεται να πληρώσουν σημαντικά ακριβότερα απ' ό,τι για την αγορά συμβατικών προϊόντων. Θα αναπτυχθεί κι άλλο. Προϊόντα όπως τα οπωροκηπευτικά, το ελαιόλαδο, το κρασί έχουν σημειώσει διψήφιους ρυθμούς ανάπτυξης και όσο περνούν τα χρόνια οι τιμές των προϊόντων που παλαιοτέρα παρουσίαζαν διαφορές έως 300% σε σχέση με τα συμβατικά (π.χ. προϊόντα ζωικής προέλευσης) αποκτούν πιο ρεαλιστική απόκλιση. Όπως λένε στελέχη της αλυσίδας Carrefour-Μαρινόπουλος, ο τομέας των βιολογικών προϊόντων είναι σημαντικός και στο μέλλον θα αναπτυχθεί ακόμα περισσότερο. «Για τον λόγο αυτό εμπλουτίζουμε συνεχώς την γκάμα των προϊόντων μας και προσπαθούμε να καλύπτουμε όλο το σύνολο των απαιτήσεων των πελατών μας. Σημαντικό στοιχείο το τελευταίο διάστημα αποτελεί το γεγονός ότι παρουσιάζουν εντυπωσιακή αύξηση τα βιολογικά προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, γεγονός που δείχνει τη σημασία που δίνουν οι καταναλωτές και στην τιμή». Κλείνει σιγά - σιγά και η ψαλίδα στις τιμές, αλλά τα βιολογικά παραμένουν ακριβά Παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι μια αποδεκτή και ρεαλιστική απόκλιση τιμής για τα βιολογικά προϊόντα θα ήταν μεταξύ του 20-30% σε σχέση με τα αντίστοιχα συμβατικά. Σε μια εποχή πάντως όπου η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος για την αγορά τροφίμων είναι παγκόσμιο φαινόμενο, οι λιανέμποροι τροφίμων υποστηρίζουν ότι για να ενισχυθεί περαιτέρω η κατανάλωση θα πρέπει να κλείσει στο μέτρο του δυνατού η ψαλίδα της τιμής, καθώς το ενδιαφέρον από τους καταναλωτές υπάρχει. Πρόσφατες έρευνες έδειξαν ότι το 82,4% των νέων στην Ελλάδα γνωρίζουν τι σημαίνει βιολογικό προϊόν, το προτιμούν, αλλά θεωρούν ότι είναι ακριβό. Ανεξάρτητα όμως από αυτό η ταχεία ανάπτυξη της ελληνικής αγοράς - παραγωγής, αλλά και των εισαγωγών βιολογικών προϊόντων - τα τελευταία χρόνια είναι δεδομένη και αποτυπώνεται και στην αξία της εγχώριας αγοράς βιολογικών τροφίμων, η οποία από 18,5 εκατ. ευρώ το 2002, το 2003 έφθασε τα 20,5 εκατ. ευρώ, πέρυσι υπολογίζεται ότι ξεπέρασε τα 23 εκατ. ευρώ και φέτος εκτιμάται επιπλέον αύξηση της τάξης τουλάχιστον του 10%. Ωστόσο, σύμφωνα με έρευνα της Mintel, για τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές αγορές βιολογικών προϊόντων προκύπτει ότι οι Έλληνες υπολείπονται σημαντικά των άλλων Ευρωπαίων. ΤΑ ΝΕΑ , 23/12/2005 |